Μεθυσμένη, ιδιοφυΐα, αυτοκαταστροφική, μπίτνικ, τρελή, junkie, η Janis Choplin υπήρξε όλα αυτά μαζί, μία εποχή που η κοινωνία δεν ανεχόταν να είσαι διαφορετικός και σε έβαζε με το παραμικρό τιμωρία στο περιθώριο.
Όταν ο Jim Morrison τραγουδούσε «I ll tell you about the maiden with raw iron soul», αναφερόταν στη διάσημη star που τραγουδούσε με τραχιά σιδερένια φωνή και ζούσε σαν παρθένα που δε μπορούσε ποτέ να ικανοποιηθεί σε συναισθηματικό επίπεδο.
Μία καθημερινότητα γεμάτη οτοστόπ, ξενυχτισμένους φορτηγαζήδες, κακόφημα μπαράκια και αμέτρητα τζάμπα ποτά είναι αυτό που θα ζήσει εκεί γύρω στα 22 της, προσπαθώντας να ανακαλύψει τι πραγματικά θέλει. Το καλοκαίρι του '65 θα αποφασίσει να παρακολουθήσει μαθήματα Τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Οστιν.και εκεί θα βιώσει τον ρατσισμό στο μεγαλείο του καθώς οι συμμαθητές της θα τη χαρακτηρίσουν «τον ασχημότερο άντρα στο κολέγιο». Η απόρριψη του περίγυρου θα την κάνει να γυρίσει την πλάτη στις νόρμες και το κοινώς αποδεκτό, αποχαιρετώντας μια για πάντα τα σχολικά έδρανα και αγκαλιάζνοτας αυτό για το οποίο είχε γεννηθεί, τη μουσική. Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά. Ξεκινάει να κάνει φωνητικά για τους «Big brother and the holding company», ενώ λίγο τους αφήνει και ξεκινάει solo καριέρα στην Columbia.
«Όπως όλα δείχνουν θα γίνουμε διάσημοι και πλούσιοι κάποια μέρα. Όλα τα μεγάλα περιοδικά ενδιαφέρονται να μας φωτογραφίσουν και να μας πάρουν συνεντεύξεις. Είμαι τόσο τυχερή. Μαμά, καρφίτσωσε το άρθρο κάπου ψηλά να το βλέπουν όλοι. Είμαι τόσο περήφανη», θα στείλει στη μαμά της και δε θα διαψευστεί.
Το 1968 η Τζανις κέρδισε το Διεθνές Βραβείο Κριτικών για το Καλύτερο Γυναικείο Άλμπουμ και για την Καλύτερη Τραγουδίστρια στο Διαγωνισμό του περιοδικού Jazz and Pop, αλλά ο κατήφορος έχει ήδη ξεκινήσει. Ηλεκτρική παρουσία, ένα σώμα που τρεκλίζει, μία θεία soul φωνή, πολύ αλκοόλ και ακόμα περισσότερα ναρκωτικά. Ο ιδρώτας θα ποτίζει τα μικρόφωνα όσο εκείνη θα καταθέτει την ψυχή της μιλώντας στα μουσικά διαλείμματα με το κοινό, ενώ το κορμί της θα πασχίζει να σταθεί όρθιο ζαλισμένο από τα θανατηφόρα κοκτέιλ που την οδήγησαν συχνά μέχρι το νοσοκομείο σε κρίσιμη κατάσταση. Μεθεδρίνη, ηρωίνη και lsd θα γίνουν οι καλύτεροί της φίλοι και δε θα δεχτεί ποτέ να τους αποχωριστεί. Ίσως φταίει η συναισθηματική της αναπηρία που σύμφωνα με τη βιογράφο της δεν την άφηνε να βιώσει την ευτυχία, ίσως η προσπάθειά της να κρύψει τισ ομοφυλοφιλικές της τάσεις, μπορεί η ίδια να είχε γράψει με κραγιόν στο καθρέπτη που ήταν αναρτημένος πάνω από το κρεβάτι της, «είμαι το Μεγαλύτερο Αντικείμενο του σεξ παγκοσμίως», δεν το πίστεψε όμως ποτέ.
Η Pearl, όπως τη φώναζαν οι φίλοι της, υπήρξε ο αέρας που αποδέσμευσε τη γυναίκα της εποχής από τον καθωσπρεπισμό και το δήθεν. Αυθεντική μποέμισσα, φόρεσε φτερά στα μακριά της μαλλιά, ολοστρόγγυλα γυαλιά, τεράστια πολύχρωμα καφτάνια, διάφανες πουκαμίσες χωρίς εσώρουχο και παντελόνια, περπάτησε ξυπόλητη και ζήτησε από τους θαυμαστές της να απελευθερωθούν για να είναι ο εαυτός τους. Άλλοι την είπαν μάγισσα γεμάτη δαχτυλίδια, άλλοι αγοροκόριτσο, άσχημη, παράξενη και τρελή, αλλά εκείνη ήξερε πως έδινε μία γροθιά στο clean cut κάνοντας μόδα την αλητεία σε όλη της την υπόσταση.
Όταν πληροφορήθηκε το θάνατο του στενού της φίλου Jimmy Hendrix στις 18 Σεπτεμβρίου 1970 δήλωσε, «δεν πρέπει να πεθάνω φέτος γιατί εκείνος ήταν μεγαλύτερος σταρ από μένα». Το "Buried Alive in the Blues" ήταν το τελευταίο κομμάτι που τραγούδησε καθώς βρέθηκε με τα εσώρουχά της και μια μπλούζα σε λιποθυμικό σοκ που οδήγησε τελικά και στο θάνατό της.
Εμείς θα τη θυμόμαστε πάντα σαν την «Queen of Rock and Roll» που βρίσκεται ανάμεσα στους 100 πιο σημαντικούς ανθρώπους της μουσικής σφραγίζοντας με το στυλ της μια ολόκληρη εποχή
!
Όταν ο Jim Morrison τραγουδούσε «I ll tell you about the maiden with raw iron soul», αναφερόταν στη διάσημη star που τραγουδούσε με τραχιά σιδερένια φωνή και ζούσε σαν παρθένα που δε μπορούσε ποτέ να ικανοποιηθεί σε συναισθηματικό επίπεδο.
Μία καθημερινότητα γεμάτη οτοστόπ, ξενυχτισμένους φορτηγαζήδες, κακόφημα μπαράκια και αμέτρητα τζάμπα ποτά είναι αυτό που θα ζήσει εκεί γύρω στα 22 της, προσπαθώντας να ανακαλύψει τι πραγματικά θέλει. Το καλοκαίρι του '65 θα αποφασίσει να παρακολουθήσει μαθήματα Τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Οστιν.και εκεί θα βιώσει τον ρατσισμό στο μεγαλείο του καθώς οι συμμαθητές της θα τη χαρακτηρίσουν «τον ασχημότερο άντρα στο κολέγιο». Η απόρριψη του περίγυρου θα την κάνει να γυρίσει την πλάτη στις νόρμες και το κοινώς αποδεκτό, αποχαιρετώντας μια για πάντα τα σχολικά έδρανα και αγκαλιάζνοτας αυτό για το οποίο είχε γεννηθεί, τη μουσική. Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά. Ξεκινάει να κάνει φωνητικά για τους «Big brother and the holding company», ενώ λίγο τους αφήνει και ξεκινάει solo καριέρα στην Columbia.
«Όπως όλα δείχνουν θα γίνουμε διάσημοι και πλούσιοι κάποια μέρα. Όλα τα μεγάλα περιοδικά ενδιαφέρονται να μας φωτογραφίσουν και να μας πάρουν συνεντεύξεις. Είμαι τόσο τυχερή. Μαμά, καρφίτσωσε το άρθρο κάπου ψηλά να το βλέπουν όλοι. Είμαι τόσο περήφανη», θα στείλει στη μαμά της και δε θα διαψευστεί.
Το 1968 η Τζανις κέρδισε το Διεθνές Βραβείο Κριτικών για το Καλύτερο Γυναικείο Άλμπουμ και για την Καλύτερη Τραγουδίστρια στο Διαγωνισμό του περιοδικού Jazz and Pop, αλλά ο κατήφορος έχει ήδη ξεκινήσει. Ηλεκτρική παρουσία, ένα σώμα που τρεκλίζει, μία θεία soul φωνή, πολύ αλκοόλ και ακόμα περισσότερα ναρκωτικά. Ο ιδρώτας θα ποτίζει τα μικρόφωνα όσο εκείνη θα καταθέτει την ψυχή της μιλώντας στα μουσικά διαλείμματα με το κοινό, ενώ το κορμί της θα πασχίζει να σταθεί όρθιο ζαλισμένο από τα θανατηφόρα κοκτέιλ που την οδήγησαν συχνά μέχρι το νοσοκομείο σε κρίσιμη κατάσταση. Μεθεδρίνη, ηρωίνη και lsd θα γίνουν οι καλύτεροί της φίλοι και δε θα δεχτεί ποτέ να τους αποχωριστεί. Ίσως φταίει η συναισθηματική της αναπηρία που σύμφωνα με τη βιογράφο της δεν την άφηνε να βιώσει την ευτυχία, ίσως η προσπάθειά της να κρύψει τισ ομοφυλοφιλικές της τάσεις, μπορεί η ίδια να είχε γράψει με κραγιόν στο καθρέπτη που ήταν αναρτημένος πάνω από το κρεβάτι της, «είμαι το Μεγαλύτερο Αντικείμενο του σεξ παγκοσμίως», δεν το πίστεψε όμως ποτέ.
Η Pearl, όπως τη φώναζαν οι φίλοι της, υπήρξε ο αέρας που αποδέσμευσε τη γυναίκα της εποχής από τον καθωσπρεπισμό και το δήθεν. Αυθεντική μποέμισσα, φόρεσε φτερά στα μακριά της μαλλιά, ολοστρόγγυλα γυαλιά, τεράστια πολύχρωμα καφτάνια, διάφανες πουκαμίσες χωρίς εσώρουχο και παντελόνια, περπάτησε ξυπόλητη και ζήτησε από τους θαυμαστές της να απελευθερωθούν για να είναι ο εαυτός τους. Άλλοι την είπαν μάγισσα γεμάτη δαχτυλίδια, άλλοι αγοροκόριτσο, άσχημη, παράξενη και τρελή, αλλά εκείνη ήξερε πως έδινε μία γροθιά στο clean cut κάνοντας μόδα την αλητεία σε όλη της την υπόσταση.
Όταν πληροφορήθηκε το θάνατο του στενού της φίλου Jimmy Hendrix στις 18 Σεπτεμβρίου 1970 δήλωσε, «δεν πρέπει να πεθάνω φέτος γιατί εκείνος ήταν μεγαλύτερος σταρ από μένα». Το "Buried Alive in the Blues" ήταν το τελευταίο κομμάτι που τραγούδησε καθώς βρέθηκε με τα εσώρουχά της και μια μπλούζα σε λιποθυμικό σοκ που οδήγησε τελικά και στο θάνατό της.
Εμείς θα τη θυμόμαστε πάντα σαν την «Queen of Rock and Roll» που βρίσκεται ανάμεσα στους 100 πιο σημαντικούς ανθρώπους της μουσικής σφραγίζοντας με το στυλ της μια ολόκληρη εποχή
!